Όλοι όσοι έχουν ή είχαν κάποτε σχέση με γυναίκα θα ξέρουνε πως όταν έρθει η ώρα να ταξιδέψουν τα πράγματα ζορίζουν. Λίγο η εκ φύσεως αναποφασιστικότητα, λίγο ότι πάλι εκ φύσεως δεν έχουν καλή αίσθηση του χώρου (όχι μωρό μου, δεν χωράει η τετραόροφη βαλίτσα σου στη μηχανή... όχι, όχι ούτε το μικρό σου νεσεσέρ... ναι αυτό λέω που αν το γυρίσουμε ανάποδα κατασκηνώνει από κάτω ολόκληρη η φυλή των Απάτσι) καταλαβαίνετε ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα προκύπτουν πριν την αναχώρηση.
Έχεις μαζέψει τα πράγματα σου λοιπόν, αράζεις και χαζεύεις τον χάρτη (είτε τον χάρτινο είτε αυτόν του γούγλη) και εκεί που ονειρεύεσαι τι ωραία που θα περάσεις ξεσπάει μια καταιγίδα ερωτημάτων. «Αγάπη μου, να πάρω κάνα φορεματάκι μαζί μου; Τι λες γι’ αυτό το πράσινο που φορούσα στα βαφτίσια του Κωστάκη της ξαδέρφης μου της Αναστασίας που θέλει να τη φωνάζουν και Σία, το βλαχαδερό, εγώ φταίω που δεν την κάρφωσα στη δασκάλα στην πρώτη δημοτικού όταν μου έφαγε την πλαστελίνη. » Κρατιέσαι ψύχραιμος και απαντάς :
-Λουκανικοπιτάκι μου, θα πάμε 3 μέρες κάμπινγκ στον Ψηλορείτη, δεν έχει κλαμπάκια εκεί για να φορέσεις το φόρεμα.
-Δηλαδή βρε ζουζουνοσπανακοτυροπιτάκι μου να μην πάρω και τις κόκκινες τις γόβες μου μαζί ; Θυμάσαι ποιες λέω, αυτές που μου είχαν γυαλίσει και μου τις πήρες όταν έπιασες στο στοίχημα όβερ την Μαρσέιγ.
-Να μην τις πάρεις.
-Ναι αλλά δεν με βοηθάς ... Δεν ξέρω τι να πάρω μαζί μου. Εγώ αγχώνομαι κι εσύ τσικι τσικι στο facebook. Ποιά είναι αυτή που της έκανες like ;
Κάτι τέτοια άκουγε συνεχώς και το φιλαράκι μου ο Μιλτιάδης και είχε φρικάρει. Από μικρός μια ζωή με περίεργες γκόμενες έμπλεκε. Κάποιοι έλεγαν πως έφταιγε εκείνη η τούμπα που είχε φάει με το solex του θείου του και είχε καρφωθεί με το κεφάλι στο αγροτικό του Τάσου του μανάβη. Τελευταία στην λίστα των μοιραίων γυναικών η Στέλλα. Καλή, χρυσή και άγια δεν λέω. Απλά η κοπέλα ήθελε 45 λεπτά για να αποφασίσει τι καφέ θα πιει. Τέτοια αναποφασιστικότητα δεν έχω ξαναδεί. Φανταστείτε λοιπόν τι γινόταν κάθε φορά που ετοιμαζόταν για ταξίδι με τη μηχανή.
Δώστου λοιπόν το φιλαράκι να ψάχνει συνεχώς για μεγαλύτερες βαλίτσες, για να μη χαλάσει το χατήρι της καλής του. Ότι καινούργια βαλίτσα, tank bag κτλ έβγαινε στο εμπόριο τη δοκίμαζε. Φυσικά είχαμε και πατέντες. Δοκιμάστηκε, ανεπιτυχώς ,να προσαρμοστούν κάτι ροζ βαλίτσες που είχαν ξεχαστεί στο πατάρι ενός κολλητού από όταν είχε κάνει ένα τρίμηνο σε εταιρεία καλλυντικών.
Μια μέρα εκεί που πίναμε καφέ μας ενημέρωσε ότι θα ξεκινήσει τον γύρο της Ευρώπης με το μηχανάκι και τη Στέλλα. Με συγχρονισμό που θα ζήλευαν και οι κορυφαίες ομάδες συγχρονισμένης κολύμβησης μας βγήκε ο φρέντο από τη μύτη.
Φυσικά εκεί ξεκίνησε το δούλεμα.
-Ρε φίλε ο θείος σου το έχει ακόμα εκείνο το τροχόσπιτο;
-Ναι ρε. Γιατί;
-Θα σου προσαρμόσω κοτσαδόρο στο Άφρικα Τουίν και θα το σέρνεις μαζί σου.
-Θα βγάλει τις ανηφόρες το Άφρικα;
-Όλο βλακείες είστε, ανώριμοι. Η Στέλλα δεν παίρνει τόσα πολλά πράγματα μαζί της.
-Ναι ρε. Θυμάμαι τότε που πήγαμε για μπάνιο 30 χλμ από δω και είχε πάρει μαζί της γόβες.
-Εσύ τι κοιτάς στο κινητό και δε μιλάς ρε;
-Ψάχνω τον κατάλογο του ΙΚΕΑ να δω αν έχει ντουλάπες για Άφρικα.
Τελικά μας παράτησε και έφυγε. Μια βδομάδα αργότερα μαζευτήκαμε αξημέρωτα ακόμα σε μια καφετέρια στην έξοδο της πόλης, να τους ευχηθούμε καλό δρόμο και να γελάσουμε φυσικά. Μόνο σαμπάνια που δεν πήραμε να τη σπάσουμε πάνω στο Άφρικα για καλό κατευόδιο.
Τετοιο θέαμα δεν είχα ξαναδεί και ούτε πρόκειται να ματαδώ ξανά. Σκάει μύτη ο Μίλτος καβάλα στο Άφρικα και από πίσω του ίσα που ξεχωρίζει η Στέλλα θαμμένη κάτω από ένα σωρό από βαλίτσες και τσάντες σε ό,τι μέγεθος μπορεί κανείς να φανταστεί. Μέχρι και ένα μικρό νεσεσέρ είχε προσαρμόσει στο μπροστά φτερό. Εκεί που το τερμάτισε όμως ήταν όταν είδαμε ότι είχε δέσει με tie wraps ένα μικρό σάκο στις τιράντες του μπροστά στο στήθος! Ναι, ο αθεόφοβος φόρεσε τιράντες πάνω από το μπουφάν και πάνω σε αυτές έδεσε τον σάκο.
Εκεί που έρχεται καμαρωτός λοιπόν ο Μιλτιάδης να μπει στο πάρκινγκ της καφετέριας, ένας οικοδόμος με ένα αγροτικό αποφασίζει ότι είναι πιο βολικό να βγει στο δρόμο από τη μεριά που έχει είσοδο το πάρκινγκ. Τον βλέπει τελευταία στιγμή ο Μιλτιάδης, δεν του φτάνουν τα φρένα και το κόβει πάνω απο το γκαζόν. Όλα έδειχναν ότι θα το σώσει μόνο που το γκαζόν ήταν φρεσκοποτισμένο και γλιστρούσε. Μια που ακούμπησε το, φρένο μια που βρέθηκε ξαπλωμένος στο χορτάρι.
Σαν καλοί φίλοι τρέξαμε να τον βοηθήσουμε .
-Πέναλτι κύριε διαιτητά. Δεν έπεσε μόνος του. Κάποιος τον έριξε.
-Μα είναι έξω από τη μεγάλη περιοχή.
-Αφήστε τις |λογοκρισία| και σηκώστε με ΡΕ!
-Κόψε ρε το θέατρο και παίξε μπάλα.
Πάνω που έχουμε αρχίσει να μαζεύουμε βαλίτσες και βαλιτσάκια, ανοίγει ξανά το αυτόματο πότισμα. Πέντε μαντράχαλοι και μια σοκαρισμένη Στέλλα παλεύαμε να μαζέψουμε πράγματα από το γκαζόν της καφετέριας που έμοιαζε με τοπίο μετά από αεροπορικό δυστύχημα.
Όπως ήταν λογικό, το ταξίδι ακυρώθηκε γιατί δεν προλάβαιναν να στεγνώσουν όλα τα πράγματα που είχε πάρει η Στέλλα μαζί της. Ο Μιλτιάδης όμως δεν πτοήθηκε και τώρα ψήνει ένα θείο του συγκολλητή να του φτιάξει έξτρα βάσεις για βαλίτσες στο Άφρικα, γιατί μπορεί να χώρισε με την Στέλλα αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Το νεσεσέρ στο μπροστά φτερό το κράτησε πάντως. Βολεύει λέει .