- 20 Απρ 2018, 02:04
#503435
Κάπου στα μέσα του Σεπτέμβρη του μακρινού(αισίως) 2001, σε ενα παρτέρι δίπλα απο την τότε δουλειά μου, άκουσα το χαρακτηριστικό κλάμα ενός νεογέννητου κουταβιού. Πέρασαν οι σχετικές σκέψεις για να το πάρω σπίτι, ωστώσο κάπου κόλωσα μιας και ο πατέρας μου ήταν αρνητικός στο να "κονωμήσουμε" κάποιο κατοικίδιο. Ίσως παραλειπόμενες απόψεις απο το διαμέρισμα. Απο το οποίο όμως είχαμε μετακομίσει προ 5ετίας σε μονοκατοικία με αυλή, όπου τελοςπάντων ενα σκυλί θα μπορούσε να ζήσει λιγάκι πιο...ανθρώπινα. Μέχρι να το αποφασίσω, ένας συνάδελφος το τσίμπησε και το πήγε σπίτι του. Λιγάκι με πείραξε αλλά όχι και τόσο. Δεν το είχα βάλει καλά στο μυαλό μου. Την επόμενη μέρα βλέπω ενα...ίδιο ακριβώς στο ίδιο σημείο. Εντάξει-λέω- είναι γραφτό. Το(την δλδ) παίρνω σπίτι μέσα σε μια κούτα και την πάω στην αυλή. Σαν τώρα το θυμάμαι. Ξημέρωμα ήταν γύρω στις 3πμ. Και μας βρήκε το πρωί να παίζουμε μέχρι που έφευγε ο πατέρας μου για δουλειά. Κοντοστάθηκε, την είδε, χαμογέλασε και έφυγε. Κατάλαβα οτι είχα κάνει το σωστό. Μέσα στην μέρα μαθαίνω ότι ήταν το ίδιο κουτάβι που πήρε ο φίλος μου, αλλά την νύχτα τους τάραξε στο κλάμα και έτσι αποφάσισε να την γυρίσει εκεί που την βρήκε. Στο παρτέρι.
Τα χρόνια περάσανε, με καλές στιγμές όσο και δύσκολες. 2 χειρουργεία να στέκομαι δίπλα της, στο παρατσάκ να πάει απο φόλα για χάρη ενός |λογοκρισία| που ήθελε κουνέλια να τριγυρίζουν ελεύθερα στο χωριό( το ξύλο που του έριξα, ακόμα το θυμάται). Μεσαίου μεγέθους η Ήρα λοιπόν, ημίαιμο μεκάτιαποσέτερ
, χώραγε ταμάμ στο πίσω κάθισμα του accent και έτσι έκανε άπειρες φορές το δρομολόγιο Νίκαια-Δ. Μεσσηνία.
Τόσο στην αυλή του πατρικού όσο και σε αυτή του χωριού ήταν κυρίαρχος. Δεν πέρναγε καμία γάτα. ΓΙΑ ΚΑΝΕΝΑ ΛΟΓΟ ΟΜΩΣ, όχι κάτι παραφύσει φλωριές που βλέπεις γατιά και σκυλιά να κωλοτρίβονται. Εδώ είχε δικαστήριο.
Με τα πολλά μπήκε το 2018 και η κατάσταση της είχε αρχίσει να επιδεινώνεται. Βαριά και ασήκωτη, πιο πολύ ήταν ξαπλωμένη παρά όρθια. Με το που πέρασε το Πάσχα μεγαλύτερη κατηφόρα. Εξέταση και εύρεση όγκου μεγέθους γροθιάς. Είχε βρεθεί προ μηνών αλλά σημαντικά μικρότερος, πλην όμως αδυναμίας επέμβασης λόγω ήδη προχωρημένης ηλικίας. Πλέον δεν σηκωνόταν καν. Υπέφερε. Αποφασίστηκε το απευκταίο, η γνωστή ένεση. Χθές το βράδυ πήγα και την χαιρέτησα. Το κατάλαβε φυσικά και φέρθηκε ανάλογα. Ενω ήταν πεσμένη, ανασηκώθηκε στους μπροστινούς αγκώνες και έσκυψε να την χαιδέψω. Απο την μέση και πίσω πλήρης παράλυση. Αφού τα είπαμε, της έδωσα ενα φιλί και την άφησα. Τελευταία ματιά για την θυμάμαι ήταν έτσι, ανασηκωμένη να με κοιτάει(η μάνα μου λέει οτι δεν παίζει, σε κανέναν δεν το' κανε) και έφυγα. Σήμερα κατα τις 15:30 η Ήρα πέρασε στην άλλη διάσταση και ηθελημένα δεν ήθελα να ήμουν παρών. Ο αδερφός μου την πήρε καπάκια για το τελευταίο της ταξίδι. Το ταξίδι που έκανε επι 17 σχεδόν συναπτά έτη. Ήδη βρίσκεται στην ύστατη κατοικία της, σε ενα αγρόκτημα μας που της άρεσε να τρέχει σαν τρελή απο χαρά. Και εκεί στο χωριό την περίμενε αυτός που πρακτικά την ζούσε καθημερινά και την ζούσε πιο πολύ απ' όλους μας. Αυτός που αν και φουλ διστακτικός, χαμογέλασε στην πρώτη ματιά. Αυτός που τώρα έκλαιγε σαν παιδί για τον χαμό της. Ο πατέρας μου. Γιατί τέτοιος χαμός ΟΥΤΕ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟ. Γιατί ΗΤΑΝ ΣΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Σόρυ, καταλαβαίνεται τι εννοώ.
Όλο το σκηνικό λοιπόν και φυσικά τα συναισθήματα που προκύπτουν, είναι κάτι που δεν μ'αρέσει...